Όλα κρατάνε μια στιγμή

Όλα κρατάνε μια στιγμή
ας μην με πιάνει ζήλια
ακόμα και η μεγαλύτερη επιτυχία
καταντά συνήθεια
ζούμε για μια στιγμή το άστρο
για μια στιγμή ανοίγουμε το στόμα
μπροστά στο πυροτέχνημα
μια λάμψη που σκορπίζεται
ας μαζέψουμε πολλές
πόσο πιο λαμπερή η ψυχή μας να γίνει πριν το θάνατο;
Με ένα κουμπί τον φυλακίζεις
μα θέλει ζωντανά μάτια να τον θαυμάζουν
πυροτεχνήματα που γίνονται αναμνήσεις
η ολοκλήρωση δεν έρχεται
όσα κλικ κι αν πατήσεις
μπαίνεις στο τριπ και τα αδειανά σου όνειρα γεμίζεις
μια εικονική πραγματικότητα είναι ό,τι σου μείνει
ένα αποτύπωμα θα ταξιδεύει στο άπειρο του κυβερνοχώρου
πάρε ένα μετέωρο βήμα
υπάρχει κι η ελπίδα να μην βρεθείς στο σκουπιδότοπο
και τι αλλάζει άπαξ και καταχωρηθείς και μνημονεύεσαι σαν σήμερα
πως θα το ξέρεις εσύ αυτό
και τι αλλάζει άμα μπεις και σε μουσείο;
Μετράει πόσα ή τι μάτια θα σε βλέπουν όταν τα πυροτεχνήματά σου
που φώτισαν κάποτε τους ουρανούς με το όνομα σου
γίνουν ανάμνηση;

Ο φαντάρος

Ο κόσμος βγαίνει
αλλάζει στέκια 
αποθεώνει σημεία των καιρών

Μονάχα ο στρατιώτης λαχταρά να ξαναβγεί
στην ίδια αυτή ρουτίνα που του στέρησαν,
και κλεισμένος τόσο χρόνο βλέπει τον κόσμο έξω νοσταλγία
ακόμα και τα βρόμικα πεζοδρόμια, τις άθλιες προσόψεις των κτηρίων

Τα κάγκελα έξω από τη μάντρα φαίνονται πάντα ομορφότερα.

Οι άλλοι όμως 
από ποια ρουτίνα λαχταρούν να ξεφύγουν;
Τι φταίει και δεν εκτιμάν την ελευθερία τους;

Ο κόσμος δραπετεύει
μαζεύεται σαν τα ποντίκια στο μετρό
σ΄όποια στάση κι αν κατέβεις
πάντα κάποιος περιμένει
εκτός κι αν είσαι τυχερός
ή άτυχος σαν τον φαντάρο
που ψάχνει για κόσμο.

Το χάραμα

Η πιο γλυκιά στιγμή του 24ωρου
είναι πριν το χάραμα
που ακόμα κυριαρχεί το σκοτάδι
και την ησυχία        
σπάνε τα τζιτζίκια του καλοκαιριού

τα διερχόμενα αυτοκίνητα
μια ξενυχτισμένης πόλης που πρέπει να γλεντά
τα τριζόνια της εξοχής
γύρω από μια σκηνή χιλιόμετρα
απ΄το καυσαέριο μακρυά

εκείνη την ώρα η μοναξιά
βυθίζεται στο όλον της ύπαρξης
και αποδέχεται τον εαυτό της με αγάπη

Φονικές ορδές

Φονικές ορδές κατέκλυσαν τους δρόμους
μοιράζουν ελπίδα φορούν τη φρίκη
υπερθέαμα
ο άρτος παραμένει υπόσχεση
εμείς θα δώσουμε το αλάτι
ας ψάξουν κι εκείνοι το ψωμί
το μπουκαλάκι της ελευθερίας
έχει κόκκινη φλόγα
μεταλλικές φωνές και άναρθρες κραυγές
μόλις το αίμα στάξει
ο στόχος θα φανεί
η επιλογή είναι κρίσιμη αλλά όχι ακατόρθωτη
δικός μας το είπε
εμείς θα τους κάνουμε φάρσα
κι ύστερα θα γλεντήσουμε
σαν ζόμπι στην ταράτσα



Ίδια Γεύση


Την ίδια γεύση έχει η εξάρτηση
την ίδια κι η ανεξαρτησία

μονάχα οι ρόλοι αλλάζουν

Το καρότσι της λαϊκής

Έπαψα να μετανιώνω
έπαψα να λυπάμαι και να θυμάμαι
για όσο κράτησε ήταν όμορφο
για όσο περπατούσες δίπλα μου σε αγαπούσα
για όσο κρατάει ένα σουξέ
για όσο κρατάει ένας κολικός
κι αυτό ήταν κάτι αληθινό και δεν θα μου το πάρεις
εσύ αν θέλεις πέτα το

Έπαψα να περιμένω να αλλάξει ο κόσμος
έπαψα να στεναχωριέμαι και να αναρωτιέμαι
που έφταιξα, τι λάθος έγινε, πως φέρονται έτσι;

Συχνά μια σχέση μοιάζει με καρότσι λαϊκής
τόσα κιλά σακούλες θα σηκώσει,
μα μόλις ξελασκάρει μια βίδα και φύγει το ροδάκι
ένα μάτσο άχρηστα σίδερα θα καταλήξει

στα σκουπίδια ή το πολύ πολύ σε μια αποθήκη,
κι εμείς με ένα σωρό σακούλες στα χέρια 
να περπατάμε ανύμποροι

Στην Ελλάδα της κρίσης

Λίγο πριν τα χαράματα
στη μέση του δρόμου
το φανάρι σταματημένο στο πορτοκαλί
κρύος αέρας μα το ποτό, που ακόμα να τελειώσω
περιμένοντας κάτι, με ζεσταίνει

Στέκομαι και παρατηρώ
τις λευκές γραμμές του οδοστρώματος
πεταμένα τσιγάρα, πούπουλα και κολλημένες τσίχλες
το κεμπαμπτζίδικο απέναντι γεμάτο κόσμο
στριμώχνονται για λίγη πέτσα
χοντρές, λεπτές, ξανθές,
όλες με στενά μπλουζάκια
σχεδόν γυμνές

για εκείνες είναι η εβδομαδιαία τους διασκέδαση
για μένα η ρουτίνα

θέλω να γυρίσω πίσω
στην Ελλάδα της κρίσης
στους χωματόδρομους του νησιού

Η δημοκρατία των σκύλων

Όταν βγάζω βόλτα το σκύλο μου
από τις μάντρες των σπιτιών ξεπροβάλλουν αγριεμένα πρόσωπα
Σαν λυσσασμένα κάνουν
φυλάνε την περιοχή τους
Στο δρόμο μια αγέλη σκύλων μου επιτέθηκε
δεν φρόντισε για αυτά ο δήμος
στο πάρκο κάποιοι αφήνουν ελεύθερους τους σκύλους
άλλοι αγοράζουν μακρύτερο λουρί
Στο δρόμο γεμίζουν με ακαθαρσίες
στο πάρκο παράγουν λίπασμα         

Τα σκυλιά του οικοδεσπότη με υποδέχονται περιεργαστικά
Τα σκυλιά τα αδέσποτα κάτι ζητάνε από μένα
με ακολουθούν, με κοιτούν και με ραγίζουν
Τα σκυλιά του οικοδεσπότη δεν κάθονται ήσυχα
κι όλο γαβγίζουν
Τα σκυλιά των δρόμων κουβαλούν αρρώστιες
Το σκυλί του νοικοκύρη δάγκωσε μωρό
το σκυλί του νοικοκύρη το προστάτεψε
Το κουτάβι ο νοικοκύρης το εξόντωσε
το κουτάβι ο νοικοκύρης περιμάζεψε

Όταν λείπεις σου κρατάνε μούτρα
όταν μένεις σε κοιτούν ερωτευμένα
και όταν έρχεσαι ανυπομονούν
Όταν τα αφήνεις σε τυλίγουν με ενοχές
όταν τα κρατάς γίνονται φορτικά
σε μαθαίνουν τι θα πει φροντίδα
Οι σκύλοι μοιάζουνε με τους ανθρώπους

ίσως για αυτό να ΄ναι οι καλύτεροι φίλοι τους

Η φυλακή της Θρησκείας

Η φαντασία προσφέρει ελευθερία
κάποτε όμως μπορεί να γίνει φυλακή
σε μια πίστη που δεν έχει λογική

Είμαστε πάτσι

Αντάλλαξες την περηφάνια σου για μαγικά φασόλια
που είχαν όμως ξεθυμάνει

και τώρα πια καμία γέφυρα δεν μπορεί να μας ενώσει
βρήκες μονάχα μια κότα στείρα
και για χρυσάφι άνθρακα

αντάλλαξες τις ιδέες σου
την αγνότητα στα μάτια σου
για μερικές στιγμές σε αναρτήσεις
για δυό ακραίες συγκινήσεις

έχασες την αφέλεια που με τσάκιζε
βρόμισες την αθωότητα
που με επέστρεφε
τώρα είμαστε ίδιοι

δεν μου χρωστάς δεν σου χρωστάω