Λευκός Λαβύρινθος

Στέκει καμπουριαστός

Το βλέμμα του χαμένο

Συναντιούνται μαζί του εκατοντάδες μάτια στο ίδιο κενό

Με δύο σακούλες στο χέρι κι

ένα μπαστούνι, ο κλασικός συνοδός. 

Ψάχνει στη τσέπη του δεξιά ή αριστερή, το κινητό του, να νιώσει σιγουριά. 


Περίμενε υπομονετικά, ήρθε η σειρά του

Χρειάστηκε δεύτερο νούμερο

Ξεχάστηκε, ύστερα και τρίτο.

Τριγύρω του άνθρωποι σαστισμένοι, αρπάζουν όσα νούμερα μπορούν 

Γραπώνονται από μανίκια και τους γλιστρούνε κόλλες, κάποιες λευκές, άλλες γεμάτες μαύρο μελάνι, λερώνονται τα δάχτυλά τους

Πηγαινοέρχονται γεμάτοι άγχος 

Μια Βαβυλωνία.


"Φύγετε"! φωνάζει επιτακτικά η τραυματιοφορέας

Χρειάστηκε και δεύτερη και τρίτη

Κάποιος χτύπησε 

Κανένας δεν μπορεί να περιμένει

Κανένας δεν μπορεί να κάνει τίποτα

Ζητάνε μάσκες τρομαγμένοι

Οι μάσκες τελείωσαν

Μπρος δρόμο!

Όσοι φοβούνται που θα καταλήξουν, τυχαίνουν εκεί το συντομότερο 


Μονάχα ο παππούς αγέρωχος

Προχωρά στο λαβύρινθο 

Εξερευνά απορημένος, διαδρόμους γκρίζους 

σωρός οι απελπισμένοι, αναζητούν μια αίθουσα που μοιάζει με το υπερπέραν

Σκέφτεται τα εργαλεία που άφησε στο αμάξι. Το πρωί θα πιάσει απ'την αρχή τον κήπο που άφησε χθές μισό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: